ΓΡΙΖΑΝΟ
Το Γριζάνο βρίσκεται στους πρόποδες του όρους Κάστρο ανατολικά των Αντιχασίων στα όρια του Νομού Τρικάλων με το Νομό Λάρισας. Χωριό με πλούσια αρχαία και βυζαντινή ιστορία βρίσκεται σε ένα γραφικό τοπίο.
Στο παρελθόν κεντρικό ρόλο έπαιζε το κάστρο του Γριζάνου που επόπτευε μεγάλο μέρος του κάμπου της Θεσσαλίας και προστάτευε από τους επιδρομείς, που έρχονταν τόσο από το βορρά όσο και από τη Δύση και δίκαια θεωρείται το σπουδαιότερο αμυντικό φρούριο της βυζαντινής εποχής. Υψώνεται βορειοανατολικά του χωριού, με περίμετρο πολλών χιλιομέτρων και ύψος στη βόρεια πλευρά του 7-8 μέτρα. Αποτέλεσε στρατηγικό σημείο περάσματος από Όλυμπο, Ελασσόνα προς τη δυτική Θεσσαλία. Το κάστρο του Γριζάνου περιέκλειε μεγάλη έκταση και μαζί τις πηγές του βουνού όπου υπήρχε πέτρινο μονοπάτι το οποίο σώζεται μέχρι σήμερα, από το οποίο κατέβαιναν οι στρατιώτες και έπαιρναν νερό. Την περίοδο των σλάβικων επιδρομών υπήρχε μεγάλος αριθμός στρατιωτών και δόθηκαν αρκετές μάχες. Αυτό βεβαιώνεται από τους Βυζαντινούς τάφους που βρέθηκαν στη γύρω περιοχή όταν ο ελληνικός στρατός το 1912 διάνοιγε το δρόμο για να ανεβάσουν τα κανόνια από το Γριζάνο στο Μεγάλο Ελευθεροχώρι και στη συνέχεια προς την Ελασσόνα όπου δόθηκε η μάχη του Σαρανταπόρου. Οι πρόγονοι των Γριζανιτών καταμαρτυρούν ότι ο Ιουστινιανός διερχόμενος από την περιοχή, κατασκεύασε το φρούριο στο σημείο αυτό για να αντιμετωπίζονται ευκολότερα οι επιδρομές των Σλάβων. Κατασκευάστηκε το 600 μ.Χ. και διατηρήθηκε μέχρι τον 14ο αιώνα.
Κατά την αρχαιότητα υπήρχε γεωργοκτηνοτροφικός οικισμός και ονομαζόταν Βλύζας ή Βλύζανος από το όνομα του άρχοντα ο οποίος δημιούργησε τον οικισμό και ονομαζόταν έτσι εξαιτίας του άφθονου νερού που «βλύζει» (αναβλύζει) στους πρόποδες του βουνού. Την ύπαρξη του οικισμού καταμαρτυρούν το ύψωμα Ράχη (Μαγούλα – Ακρόπολη) όπου εκείνη την περίοδο υπήρχε αγροτικός οικισμός καθώς και τα ερείπια κοντά στις πηγές του Κάστρου. Η ονομασία του οικισμού επιβεβαιώνεται από την ανεύρεση αρχαίας επιγραφής, πιθανότατα από κάποιο κτίριο εκείνης της περιόδου, η οποία είναι τοποθετημένη ως αέτωμα στην είσοδο του ιερού ναού Αγίου Νικολάου.
Οι κάτοικοι του Γριζάνου, οι Βλυζαίοι όπως λέγονταν, μαζί με τους Οιχαλείς, τους Φαρκαδόνιους και τους Φαετούς πήραν μέρος στην εκστρατεία των Ελλήνων κατά της Τροίας. Όπως αναφέρεται στο βιβλίο του κ. Βασιλείου Μπέη η ξυλεύσεως ύλη για την κατασκευή των 30 πλοίων με τα οποία συμμετείχαν οι Θεσσαλοί μεταφέρθηκε από τα βουνά των Αντιχασίων διά μέσου του Νεοχωρίτη ποταμού και του Πηνειού στις εκβολές όπου ήταν τα ναυπηγεία της εποχής.
Σημείο αναφοράς αποτελεί η παλιά εκκλησία, το μοναστήρι του Αγίου Δημητρίου, μετόχι της μονής Βαρλαάμ των Μετεώρων, βρίσκεται μόλις 300 μέτρα από το Γριζάνο και επισκευάστηκε στις αρχές του 19°ν αιώνα (1710) από τον γέρο-Λίτσιο Μιχαλάκη. Οι Τούρκοι προσπάθησαν να εμποδίσουν τις εργασίες, όμως ο Άγιος Δημήτριος έδειξε το θαύμα του. Όλα τα άλογα των Τούρκων έπεσαν στο γκρεμό, χωρίς όμως να πάθουν τίποτε. Το 1894 προσαρτήθηκαν στο μοναστήρι ως μετόχια τρία άλλα γειτονικά μοναστήρια, ήτοι της Ζωοδόχου Πηγής Παναγίτσας, του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου Ζάρκου και της Γέννησης της Θεοτόκου Ορφανού Οιχαλίας. Το 1901 το μοναστήρι προσαρτήθηκε στη μονή Αγίου Ζάρκου μαζί με τα μοναστήρια Παναγίτσας και Οιχαλίας. Στην Κατοχή λεηλατήθηκε. Το Μοναστήρι είχε πολλά κτήματα και κυρίως αμπέλια. Στον περίβολο υπήρχε βρύση αστείρευτη. Πότε ακριβώς κτίστηκε, δεν είναι γνωστό.
Η τοξωτή είσοδος του περιβόλου της μονής βρίσκεται προς Δυτικά πάνω δε από αυτή ανοίγεται τοξωτή κόγχη με φθαρμένη τοιχογραφία τον Αγίου Δημήτριου και των Αγίων Γεωργίου και Νέστορα. Αριστερά της εισόδου υπάρχει πύργος. Τα κελιά καταλαμβάνουν την βορειοδυτική και την ανατολική πλευρά της μονής. Το καθολικό είναι μονόκλιτο με προστώο στη νότια πλευρά. Έχει δύο εισόδους, μια στη δυτική και μια στην νότια πλευρά στο υπέρθυρο της οποίας είναι χαραγμένη η χρονολογία Ι710. Ψηλότερα ανοίγεται τυφλή κόγχη με τόξο διπλής καμπυλότητας και τοιχογραφία τον Αγίου Δημητρίου. Αριστερά της νότιας εισόδου υπάρχει κρήνη αποτελούμενη από τυφλό αψίδωμα στο τύμπανο του οποίου ανοίγεται τυφλή οξυκόρυφη κόγχη. Στην κόγχη τον Αγίου Βήματος υπάρχει χαμηλά κτιστό πεζούλι. Πάνω από την κόγχη ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου. Στο τετρατοσφαίριο της κόγχης η Πλατυτέρα με 4 προφήτες και πιο κάτω μικρογράμματη επιγραφή. Όλα τα τοιχώματα στον κυρίως ναό είναι καλυμμένα με τοιχογραφίες. Σ’ αυτές εικονίζονται Οι Θεσσαλοί Ιεράρχες – Άγιος Οικουμένιος Τρίκκης, Αχίλλειος Λαρίσης, Βησσαρίων Λαρίσης και Σεραφείμ Φαναρίου και Νεοχωρίου. Στο ξυλόγλυπτο τέμπλο είναι τοποθετημένες 5 εικόνες. Σε μια απ’ αυτές ο Πρόδρομος με μικρογράμματη αφιερωματική επιγραφή την 1820 και σ’ άλλη ο Προφήτης Ηλίας με μικρογράμματη επιγραφή και πίσω από την εικόνα η χρονολογία 1820. Το ίδιο παρατηρείται και στο παραπέτασμα της Ωραίας Πύλης. Ο τελευταίος καλόγερος του Μοναστηρίου αποχώρησε το 1946.